ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Στη διάρκεια της ζωής μας όλοι μας μπορεί να αντιμετωπίσουμε δυσκολίες ή καταστάσεις που δημιουργούν δυσάρεστα συναισθήματα, αυτές οι δυσκολίες μπορεί να αποτελέσουν εμπόδια στην ψυχολογική και κοινωνική μας προσαρμογή και να διαταράξουν την ομαλή εξελικτική μας πορεία.
Ένας ψυχοθεραπευτής δεν συνταγογραφεί λύσεις για κάθε πρόβλημα. Μέσα από την συζήτηση βοηθά το άτομο να εξωτερικεύσει τις σκέψεις του, τα βιώματα του με τέτοιο τρόπο ώστε να καταφέρει να ενισχύσει το Εγώ του, την βασική δηλαδή προσωπικότητα του και να το ‘ξεμπλοκάρει’ από πεποιθήσεις, κοινωνικά κατάλοιπα, φοβίες, ενοχές. Με αυτό τον τρόπο βοηθάει το άτομο να δει το πρόβλημα διαφορετικά και μέσα από αυτή την διαδικασία να βρει τη δική του λύση.
Όταν κάποιος αποφασίσει πως είναι έτοιμος να ξεκινήσει ψυχοθεραπεία και επισκεφτεί έναν ειδικό ψυχικής υγείας είναι καλό να είναι πρόθυμος να δουλέψει με τον εαυτό του και να έχει στο πίσω μέρος του μυαλού του πως η ψυχοθεραπεία αφορά πρώτα από όλους εκείνον και τις δυνατότητες του για τη δική του αλλαγή. Δεν μπορεί δηλαδή να αλλάξει τους άλλους.
Συχνά υπάρχουν ερωτήματα και δημιουργείται σύγχυση μεταξύ ψυχολόγου, κοινωνικού λειτουργού και ψυχοθεραπευτή.
Ο Κοινωνικός Λειτουργός εκπαιδεύεται για να βοηθήσει τους ανθρώπους με μειονεκτική διανοητική, σωματική, οικονομική ή κοινωνική θέση, προωθεί την αλλαγή, την επίλυση προβλημάτων στις ανθρώπινες σχέσεις και την ενδυνάμωση και χειραφέτηση των ατόμων με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους.
Ο Ψυχολόγος είναι ο ειδικός ψυχικής υγείας ο οποίος μελετά τη συμπεριφορά, τα συναισθήματα και τη σκέψη του ανθρώπου, προσπαθώντας να βρει τα αίτια και τις συσχετίσεις αυτών. Διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προαγωγή της ψυχικής υγείας και συμπεριφοράς, στην πρόληψη των ψυχιατρικών διαταραχών και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.
Τόσο ο κοινωνικός λειτουργός όσο και ο ψυχολόγος μπορούν να λάβουν τον τίτλο του Ψυχοθεραπευτή εφόσον έχουν εκπαιδευτεί σε Αναγνωρισμένο και Πιστοποιημένο Οργανισμό Ψυχοθεραπείας.
Η ψυχοθεραπεία βασίζεται στη σχέση θεραπευτή και θεραπευόμενου, η οποία σχέση παίζει τον πιο σημαντικό ρόλο στην αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας. Για αυτό ο επαγγελματίας που ασκεί την ψυχοθεραπεία, πέρα από τις ακαδημαϊκές και ψυχοθεραπευτικές γνώσεις, χρειάζεται να διακατέχεται και από άλλα στοιχεία όπως ενσυναίσθηση, σεβασμό, ανθρωπιά, ενεργητική ακρόαση κτλ. Ο ρόλος ενός ψυχοθεραπευτή δεν είναι να βρει ο ίδιος τη λύση στα προβλήματα του θεραπευόμενου. Με την ενσυναίσθηση και την ενθάρρυνση ο θεραπευόμενος, είναι ελεύθερος να πάρει το χώρο και το χρόνο του για να εκφραστεί, να επεξεργαστεί τα όσα έχει και αν επιθυμεί να αλλάξει.
Εκφράζεται συχνά η απορία του πως θα επιλέξω θεραπευτή ή πως θα ξέρω ότι μου κάνει ή τι είναι οι θεραπευτικές προσεγγίσεις;
Υπάρχουν πολλές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις με διαφορετικό θεωρητικό υπόβαθρο, τεχνικές και διάρκεια αλλά όλες έχουν ως στόχο τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των συναισθηματικών προκλήσεων καθώς και την κατανόηση αυτών και την αντιμετώπιση τους.
Αξίζει να αναφερθεί πως η ψυχοθεραπεία βοηθάει στη μείωση των συμπτωμάτων πολύ πιο σύντομα από την αυθόρμητη ύφεση, δηλαδή το πέρασμα του χρόνου χωρίς κάποια θεραπεία.
Τα τελευταία χρόνια πολλοί θεραπευτές συνδυάζουν προσεγγίσεις και τεχνικές προκειμένου να είναι πιο αποτελεσματικοί στην ανακούφιση του ανθρώπου.
Εξίσου σημαντικό με το είδος της ψυχοθεραπείας είναι και η επιλογή του θεραπευτή, με τον οποίον θα συνδεθείτε καλύτερα. Η θεραπευτική σχέση φαίνεται πως επηρεάζει το αποτέλεσμα της θεραπείας σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι οι επιμέρους διαφορετικές τεχνικές.
Στην αναζήτηση θεραπευτή εκτός από την εκπαίδευση σε κάποιο μοντέλο ψυχοθεραπείας και την εμπειρία είναι σημαντικό να χτιστεί ένα πλαίσιο εμπιστοσύνης και ασφάλειας. Με τις γνώσεις του να μπορέσει να βοηθήσει τον άνθρωπο στον προσωπικό του δρόμο για την θεραπεία της ψυχής του.
“Σε όλον τον κόσμο δεν υπάρχει κανένας άλλος ακριβώς σαν κι εμένα. Υπάρχουν άνθρωποι, που μου μοιάζουν σε μερικά σημεία, αλλά κανένας δεν είναι ολότελα όμοιος με εμένα. Επομένως ό,τι προέρχεται από εμένα είναι απόλυτα δικό μου γιατί εγώ μόνος μου το διάλεξα. Επειδή σε μένα ανήκει όλος ο εαυτός μου, μπορώ να γνωριστώ βαθιά, στενά μαζί του. Έτσι μπορώ να τον αγαπάω και να είμαι φίλος μαζί του, με όλες τις πλευρές. Μπορώ λοιπόν να βάλω όλον τον εαυτό μου να δουλέψει για το συμφέρον μου”. (V. Satir)
Η συστημική προσέγγιση προσφέρει μια διαφορετική θεώρηση των πραγμάτων καθώς βλέπει το άτομο ως μέρος ενός συνόλου – συστήματος και όχι σαν μία ξεχωριστή οντότητα. Σύμφωνα με τη συστημική προσέγγιση το άτομο γεννιέται και εξελίσσεται μέσα σε συστήματα, με κυρίαρχο εκείνο της οικογένειας. Σε κάθε σύστημα κάθε μέλος συνδέεται με όλα τα άλλα μέλη με ένα πλέγμα σχέσεων που υπερβαίνει τα μέλη και καθορίζει την πορεία και την εξέλιξη όλων.
Όπως σε όλα τα συστήματα έτσι και στην οικογένεια τα μέλη αλληλοεπηρεάζονται και αλληλοπροσδιορίζονται σε τέτοιο βαθμό, ώστε να γίνεται αδύνατη η κατανόηση της συμπεριφοράς του ενός, ανεξάρτητα από τη συμπεριφορά του άλλου. Δηλαδή μια οικογένεια, όπως και κάθε ζωντανό σύστημα, δεν είναι μια απλή σύναξη ατόμων, αλλά μια ενότητα, «ένα σύνολο» με τη δική του δομή, δικούς του κανόνες και στόχους.
Με την εφαρμογή της συστημικής προσέγγισης στη θεραπευτική διαδικασία το πλαίσιο αναφοράς του ατόμου αλλά και το πεδίο δράσης του θεραπευτή διευρύνονται. Το άτομο που πάσχει, σωματικά ή ψυχικά, βγαίνει από την άδικη θέση του προβληματικού που από δική του και μόνο αδυναμία δεν μπορεί να προχωρήσει στη ζωή του. Η προσωπική πορεία συσχετίζεται με τις εξελικτικές φάσεις των αντίστοιχων συστημάτων που ζει και αναπτύσσεται, χωρίς ταυτόχρονα να θεωρείται ανεύθυνο και απλό υποχείριο της δυναμικής των ομάδων που ανήκει.
Η ψυχοθεραπεία με βάση τη συστημική προσέγγιση μπορεί να είναι ατομική, ζεύγους ή οικογενειακή. Στην ατομική ψυχοθεραπεία, συμμετέχει στις συνεδρίες το άτομο που προσέρχεται για θεραπεία και ο θεραπευτής. Στη θεραπεία ζεύγους συμμετέχουν και τα δύο μέλη του ζευγαριού, ενώ στην οικογενειακή ολόκληρη η οικογένεια.
Το οικονομικό κομμάτι είναι σίγουρα ένα ζήτημα που απασχολεί τον κάθε άνθρωπο και επηρεάζει θετικά ή αρνητικά πολλούς τομείς της ζωής του.
Κατόπιν συζήτησης και προσεκτικής εξέτασης όλων των αναγκών και δυνατοτήτων, μπορούν να βρεθούν ικανοποιητικές και συμφέρουσες λύσεις και για τις δύο πλευρές.
Η συχνότητα και η διάρκεια των συναντήσεων συνεκτιμάται από το θεραπευόμενο και τον ψυχοθεραπευτή ανάλογα με τις ανάγκες του πρώτου. Αρχικά μπορεί να οριστεί ένα πλάνο, με μία κοινή ώρα και μέρα μέσα στην εβδομάδα ώστε να πραγματοποιούνται οι συνεδρίες τους και το οποίο τακτικά επανεξετάζουν.
Προτείνεται αρχικά οι συνεδρίες να γίνονται μια φορά την εβδομάδα, ωστόσο υπό συγκεκριμένες συνθήκες, η θεραπεία μπορεί να γίνει και μία φορά ανά 15 ημέρες. Σε οποιαδήποτε στιγμή και φάση της ψυχοθεραπείας υπάρχει η δυνατότητα διακοπής.
Η κάθε συνεδρία διαρκεί περίπου 50 λεπτά με μία ώρα.
Δεν υπάρχει συγκεκριμένη απάντηση σε αυτό το ερώτημα.
Κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, έχει τη δική του ιδιαίτερη ιστορία, τον προσωπικό του ρυθμό και τις δικές του ανάγκες σε σχέση με τη θεραπευτική διαδικασία. Η θεραπεία συνεχίζεται μέχρι που το άτομο να είναι επαρκώς ικανοποιημένο ως προς τα αρχικά του αιτήματα. Πολλές φορές όμως παρατηρείται κατά τη διάρκεια της θεραπείας εκτός από το αρχικό αίτημα να ανακύπτουν και άλλοι παράγοντες συνέχισης της θεραπείας, εμβάθυνσης σε κάτι νέο, σύνδεσης με κάτι παλαιότερο που δίνει νέες προοπτικές στην πορεία της.
Μια πιο γενική απάντηση όμως θα μπορούσε να είναι για όσο το επιθυμείτε ή όταν αισθανθείτε καλύτερα σε σχέση με τους αρχικούς στόχους ή όταν νιώσετε έτοιμοι.